Το έργο αφορά στην ανάπτυξη συγκροτήματος 3 ισόγειων κατοικιών, η κάθε μία με τον ξενώνα της και με τμήματα υπογείων.
Τα κτίσματα έχουν προσαρμοστεί στη κλίση και τοπογραφία του εδάφους και έχουν τοποθετηθεί με τρόπο που το καθένα από αυτά να έχει θέα προς τον κόλπο του Κούνδουρου.
Πρόθεση ήταν να δημιουργηθεί σκηνικό ενός νησιωτικού οικισμού με τα κτίσματα, τις αυλές τους, το δρόμο που τον διασχίζει, την πλατεία.
Έτσι η οργάνωση των κτιρίων έγινε εκατέρωθεν ενός κεντρικού άξονα που αναπτύσσεται κατά τη διαγώνιο του γηπέδου, μια «διαδρομή» μετάβασης με διαφορετικές ποιότητες και φυγές, που σηματοδοτείται άλλοτε από αναλημματικούς τοίχους, άλλοτε από τμήματα κτιριακού όγκου και άλλοτε από τις πεζούλες των υπαίθριων χώρων των κατοικιών «οι αυλές».
Η διαδρομή αυτή καταλήγει στην «πλατεία», εκεί που ορίζεται ο κοινόχρηστος χώρος του συγκροτήματος, με τη κολυμβητική δεξαμενή στη συνέχεια αυτού.
Η διαμόρφωση τόσο των κλειστών χώρων, όσο και των υπαίθριων, δίνει τη δυνατότητα στους χρήστες για ιδιωτικότητα ή για συνεύρεση.
Η φαινομενικά ελεύθερη τοποθέτηση των κτιρίων με τους αντίστοιχους υπαίθριους χώρους αυτών, προσδίδουν μια ρευστότητα στη κίνηση ενώ οι αναλογίες των όγκων σε συνδυασμό με τη χρήση φυσικών υλικών, διαμορφώνουν μια κλίμακα που συνδιαλέγεται με τον τόπο.